ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΦΥΠΝΙΣΗ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ

Το παρόν κείμενο είναι μετάφραση από τα Αγγλικά. Το πρωτότυπο κείμενο βρίσκεται στη σελίδα  Sotozen.com

ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΦΥΠΝΙΣΗ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ

Στο Zen διδάσκεται η ενότητα της Πράξης και της Αφύπνισης (satori). Με άλλα λόγια, δεν πετυχαίνουμε τον στόχο με την πρακτική. Η ίδια η πρακτική είναι ο στόχος της αφύπνισης, και ο στόχος, η αφύπνιση, είναι ταυτόχρονα η πρακτική.

Η κοινή άποψη είναι ότι η πρακτική και η αφύπνιση είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Ότι πρώτα έρχεται, χρονικά, η πρακτική και μετά η αφύπνιση. Ότι η αφύπνιση έρχεται ως αποτέλεσμα της εξάσκησης. Ωστόσο, η πρακτική του Zen είναι ταυτόχρονα μια άσκηση που ονομάζεται zazen (διαλογισμός με σταυροπόδι) και μια πραγμάτωση, και αυτό που εννοούμε με τον όρο πραγμάτωση είναι η επίτευξη ενός στόχου. Κατά συνέπεια, θεωρείται, ότι εφόσον το zazen είναι πρακτική και πραγμάτωση, πρέπει να έχει έναν στόχο, και ότι η αφύπνιση είναι αυτός ο στόχος. Έτσι, το zazen, που έχει ως στόχο την αφύπνιση, γίνεται ένα μέσο για την επίτευξη αυτού του στόχου. Αν σκεφτόμαστε ότι αφενός έχουμε τα μέσα και αφετέρου έχουμε έναν στόχο, τότε είναι φυσικό να επιθυμούμε να επιτύχουμε την αφύπνιση μέσω του zazen. Με μια πρόχειρη ματιά αυτός ο συλλογισμός φαίνεται σωστός. Αλλά, δεν γίνεται κλέφτης όποιος εκπαιδεύεται να κλέβει. Για να γίνει κάποιος πραγματικά κλέφτης πρέπει κάτι να κλέψει. Αντίστοιχα μπορούμε να πούμε ότι η ίδια η πράξη του να κάτσουμε zazen είναι ταυτόχρονα και Βούδας και αφύπνιση.

Το πιο θεμελιώδες σφάλμα που μπορεί κάποιος να κάνει στο Zen είναι να διαχωρίζει την πρακτική από την αφύπνιση και να παρεμβάλλει ανάμεσά τους σκέψεις και διακρίσεις. Αυτό θεωρείται μη καθαρή πρακτική, ενώ το zazen πρέπει να είναι μια καθαρή πρακτική. Όταν καθόμαστε zazen πρέπει μόνο να καθόμαστε. Στο Ζen μας διδάσκουν να μην διαχωρίζουμε τα μέσα από τον σκοπό και να μην έχουμε προσδοκίες για αφύπνιση την ώρα που ασκούμαστε στην πρακτική του zazen.

Μια φορά κι έναν καιρό κατά τη διάρκεια της δυναστείας των Tang στην Κίνα, ήταν ένας δόκιμος μοναχός που λεγόταν Μazu Daoyi (Baso Doitsu , στα ιαπωνικά). Μια μέρα, εξασκούταν μόνος του στο zazen, όταν ήρθε ο δάσκαλός του, ο Nanyue Huairang (Nangaku Ejo στα Ιαπωνικά), ο οποίος τον ρώτησε, “Αδερφέ, το zazen σου είναι πραγματικά αξιοθαύμαστο, αλλά τι προσπαθείς να πετύχεις με αυτό;”

«Προσπαθώ να πετύχω την αφύπνιση», απάντησε ο Mazu , και τότε ο Nanyue πήρε ένα κεραμίδι και άρχισε να το τρίβει με μια πέτρα.

Ο Μazu, βλέποντας το και θεωρώντας το περίεργο, ρώτησε: «Τι κάνεις;»

«Θα το γυαλίσω και θα φτιάξω έναν καθρέφτη», απάντησε ο Nanyue.

Όταν ο Mazu αντέδρασε λέγοντας: “Ακόμα κι αν το γυαλίσεις, δεν μπορείς να φτιάξεις έναν καθρέφτη από ένα κεραμίδι!”, ο Nanyue απάντησε: «Και εσύ πιστεύεις ότι αν ασκείς το zazen θα πετύχεις την αφύπνιση;»

Αυτή είναι μια μικρή ιστορία που μας προειδοποιεί να μην χρησιμοποιούμε το zazen ως μέσο επίτευξης της αφύπνισης. Υπάρχει κάτι βαθύ από φιλοσοφικής πλευράς εδώ, αλλά ακόμα και χωρίς να μπούμε σε αυτό, το Zen διδάσκει ότι η πρακτική δεν πρέπει να χρησιμοποιείται ως μέσο απόκτησης της αφύπνισης και ότι η αληθινή αφύπνιση είναι καθαρή πέρα από έννοιες ανταμοιβής ή κέρδους. Πρόκειται για μια προσέγγιση που έρχεται σε σύγκρουση με το πως έχουμε συνηθίσει να ζούμε την ζωή μας, αλλά χρειάζεται είτε έτσι είτε αλλιώς να την υιοθετήσουμε αν πραγματικά θέλουμε να είναι γνήσια η αφύπνισή μας. Αυτό είναι κάτι με το οποίο παλεύουμε είκοσι τέσσερις ώρες την ημέρα επτά ημέρες την εβδομάδα.

Στο βιβλίο «Το ημερολόγιο του Santaro» του κ. Jiro Abe υπάρχει το ακόλουθο απόσπασμα:

«Μεγαλώνουμε μέσα από τη ρομαντική αγάπη. Είτε αυτή η αγάπη πετύχει είτε αποτύχει, εμείς μεγαλώνουμε. Ωστόσο, το να αγαπάς με σκοπό αυτή την ανάπτυξη δεν είναι πραγματική αγάπη, είναι μόνο μια δοκιμή αγάπης. Όσο έχουμε συνειδητά ως στόχο την ανάπτυξη, μια δοκιμή αγάπης δεν θα είναι ποτέ κάτι περισσότερο από μια δοκιμή. Όταν ούτε η επιτυχία ούτε η αποτυχία δεν μπορούν να αλλάξουν αυτή την αγάπη, τότε για πρώτη φορά η εμπειρία διαποτίζει την ίδια μας την ύπαρξη. Ως αποτέλεσμα αυτού του είδους αγάπης, μεγαλώνουμε».

Με απλά λόγια, αυτό σημαίνει ότι στην πραγματικότητα μεγαλώνουμε όταν βιώνουμε την κάθε εμπειρία, ότι μας συμβαίνει, και όχι όταν αποφασίζουμε συνειδητά να έχουμε ως στόχο μας την ανάπτυξη μας. Αντίθετα, όταν βυθιστούμε βαθιά σε μια συγκεκριμένη εμπειρία, πρέπει να αποβάλλουμε κάθε ιδέα ανάπτυξης, γιατί σε αντίθετη δε θα φτάσουμε στον στόχο. Εάν δεν σκοτώσουμε την επιθυμία μας για ανάπτυξη και δεν έλθουμε στο εδώ και τώρα, δεν θα μπορέσουμε ποτέ να φτάσουμε πραγματικά στην ουσία των εμπειριών της ζωής.

Υπάρχει ένα ρητό, «Το να κάνεις πρακτική zazen για μισή ώρα σημαίνει να είσαι Βούδας για μισή ώρα». Χωρίς προσδοκία να γίνουμε Βούδας ή να επιτύχουμε την αφύπνιση, καθόμαστε zazen. Η ίδια η στάση του zazen είναι και ο Βούδας και η αφύπνιση. Έτσι, αντί να εξασκούμαστε για μισή ώρα, ας ασκηθούμε για μισή μέρα και ας είμαστε Βούδας για μισή μέρα. Είναι γεγονός ότι όσο πιο ενσυνείδητα παρατηρούμε τις εμπειρίες που μας φέρνει η ζωή, τόσο περισσότερο μεγαλώνουμε. Αυτή η εμπειρία διαμορφώνει τη στάση ζωής του Zen Βουδιστή, ο οποίος διαμορφώνει έτσι τη ζωή του ώστε να είναι ένα με το zazen, ο οποίος δεν αναζητά καμία ανταμοιβή και για τον οποίο μια στιγμή είναι αιωνιότητα και η αιωνιότητα είναι δεν είναι παρά μόνο μια στιγμή.

Το zazen είναι μια ατελείωτη κίνηση προς τα εμπρός χωρίς στόχο και αυτή η κίνηση χωρίς αντικειμενικό σκοπό σημαίνει ότι πετυχαίνουμε τον στόχο βήμα προς βήμα καθώς προχωράμε. Αναχώρηση και άφιξη συμβαίνουν ταυτόχρονα. Με άλλα λόγια, είναι μια ζωή που κάθε μέρα δημιουργείται εκ νέου.

Αναρωτιέμαι τι εμπειρίες να βίωσαν οι σοφοί του παρελθόντος που πήραν αυτό το μονοπάτι…

ΝΑ ΚΟΨΕΙΣ ΤΟ ΧΕΡΙ ΣΟΥ ΕΝΑ ΠΡΩΙ ΠΟΥ ΧΙΟΝΙΖΕΙ

Ο Bodhidharma, γνωστός και ως Daruma-San στα ιαπωνικά, ταξίδεψε τρία χρόνια για να φτάσει από την Ινδία στην Κίνα. Οι διδασκαλίες του Βούδα Shakyamuni μεταδόθηκαν από δάσκαλο σε μαθητή ακριβώς όπως το νερό μεταφέρεται από το ένα δοχείο στο άλλο χωρίς να χάνεται σταγόνα. The Dharma lamp μεταδόθηκε από τον Shakyamuni στον Mahakashapa, από τον Mahakashapa στον Αnanda ώσπου έφτασε τελικά στον Bodhidharma, ο οποίος έγινε έτσι ο εικοστός όγδοος πατριάρχης του Dharma .

Για να ξεκινήσει κάποιος ένα ταξίδι για μια άγνωστη χώρα σε μια εποχή που οι μεταφορές δεν είχαν αναπτυχθεί και, επιπλέον, να το κάνει σε προχωρημένη ηλικία απαιτείται εκείνο το ατρόμητο και αποφασιστικό πνεύμα που όσοι νοιάζονται μόνο για την ασφάλειά και τη ζωή τους δεν διαθέτουν. Αλλά αυτή είναι η ευγενής πρακτική των Βούδα, οι οποίοι λόγω της μεγάλης τους συμπόνοιας, επιθυμούν να μεταδώσουν πιστά την Αλήθεια και να σώσουν τα παραπλανημένα έμβια όντα.

Ο αυτοκράτορας Wu του Liang έμαθε ότι ο Bodhidharma έφτασε στο Kwangchow στις 21 Σεπτεμβρίου 520 και έστειλε έναν απεσταλμένο για να τον προσκαλέσει στο σημερινό Nanking. Ο αυτοκράτορας ρώτησε τον Bodhidharma: «Μέχρι τώρα έχω χτίσει ναούς, έβαλα να αντιγράψουν sutras και έδωσα χορηγίες σε μοναχούς και μοναχές. Τι αξία έχουν όλα αυτά;»

Ο Bodhidharma απάντησε κοφτά: «Καμία αξία!»

Η απάντηση αυτή απογοήτευσε τον αυτοκράτορα Wu.

Η ρηχή σκέψη των απλών ανθρώπων θα τους υπαγόρευε να κολακεύσουν τον Αυτοκράτορα, αλλά για τον Bodhidharma, που είχε ορκιστεί να σώσει τα παραπλανημένα έμβια όντα, δεν υπήρχε η παραμικρή πρόθεση να κολακεύσει ή να συμβιβαστεί με τον οποιονδήποτε.

Όταν ο Bodhidharma συνάντησε τον Αυτοκράτορα Wu, που αποκαλούνταν «Ο Γιος του Ουρανού και του Νου του Βούδα», συνειδητοποίησε ότι ο αυτοκράτορας δεν ήταν τίποτα άλλο παρά ένας φανατικός βουδιστής που επιδίωκε μόνο το υλικό και εφήμερο κέρδος. Έτσι, ο Bodhidharma διέσχισε τον ποταμό Yangtze, μπήκε στη χώρα του Wei, εγκαταστάθηκε στο ναό Shao Lin, κάθισε μπροστά σε έναν τοίχο και ασκήθηκε στο zazen για εννέα συνεχόμενα χρόνια. Οι κάτοικοι της περιοχής τον αποκαλούσαν «Ο Βραχμάνος που κοιτάζει τον τοίχο».

Την ένατη ημέρα του Δεκεμβρίου, ένας δόκιμος μοναχός με το όνομα Shen- kuang (Shinko, στα Ιαπωνικά) ήρθε αναζητώντας τον Bodhidharma. Χιόνι είχε σκεπάσει τα βουνά και ο Shen- kuang έπρεπε να μη χάσει το μονοπάτι, αλλά τελικά έφτασε στον τοίχο του Bodhidharma. Η χειμωνιάτικη νύχτα στην ψηλή κορυφή του βουνού ήταν τόσο κρύα που ακόμη και τα μπαμπού ράγισαν. Έμοιαζε αδύνατο ότι κάποιος θα μπορούσε να μείνει όλη τη νύχτα έξω, αλλά ο Bodhidharma δεν γύρισε καν για να τον κοιτάξει. Ο Shen-kuang έμεινε ακίνητος όλη τη νύχτα χωρίς να κοιμάται, ή να κάθεται ή να ξεκουράζεται. Το χιόνι που έπεφτε έφτασε μέχρι τη μέση του. Τα δάκρυά του πάγωσαν, έγιναν χάντρες πάγου, και τα ρούχα του πάγωσαν πάνω στο σώμα του, ώστε έμοιαζε τώρα που με ένα κομμάτι πάγου. Το σώμα του ήταν άκαμπτο από το κρύο, αλλά το μυαλό του, που αναζητούσε τον Δρόμο, έκαιγε έντονα.

Τελικά, καθώς άρχιζε να ξημερώνει, ο Bodhidharma γύρισε και ρώτησε: «Στέκεσαι στο χιόνι εδώ και πολλή ώρα. Τι είναι αυτό που ψάχνεις;»

“Έχω ένα αίτημα. Σε παρακαλώ, λυπήσου με και δείξε μου τις αληθινές βουδιστικές διδασκαλίες!».

Αλλά η απάντηση του Bodhidharma στην ειλικρινή παράκληση του Shen-kuang ήταν πιο κρύα ακόμη και από πάγο. «Κάποιος αναζητά τη διδασκαλία του Βούδα με κίνδυνο της ζωής του. Είναι χάσιμο χρόνου για κάποιον ανίδεο να αναζητά απερίσκεπτα και αλαζονικά τις διδασκαλίες του Βούδα».

Αυτά τα λόγια έκαναν τον Shen-kuang ακόμη πιο αποφασισμένο. Με ένα κοφτερό σπαθί έκοψε το αριστερό του χέρι από τον αγκώνα και το πρόσφερε το κομμένο του χέρι στον Bodhidharma.

Ο Bodhidharma συνειδητοποίησε ότι ο Shen-kuang ήταν ένα άξιος να τον διαδεχθεί και του επέτρεψε να γίνει μαθητής.

Με αυτόν τον τρόπο, ο Bodhidharma έγινε ο πρώτος πατριάρχης του Κινεζικού Zen και ο Shen-kuang (αργότερα γνωστός ως Huike ή Eka στα Ιαπωνικά) έγινε ο δεύτερος.

ΖΕΝ ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Αν κάποιος πει κάτι που δεν βγάζει νόημα, οι άνθρωποι λένε, «Ακούγεται Zen (Zen mondo)». Και είναι αλήθεια ότι αυτό είναι κάτι που χαρακτηρίζει τις συζητήσεις στις ιστορίες του Zen . Για παράδειγμα, ένας δόκιμος μοναχός ρώτησε τον Yunmen (Unmon , στα Ιαπωνικά, ένας μοναχός της δυναστείας των Tang που ίδρυσε τη Σχολή Unmon του Zen), «Τι είναι ο Βούδας;»

Ο Yunmen απάντησε «Ένα κομμάτι χρησιμοποιημένο χαρτί υγείας».

Ο «Βούδας» τώρα είναι αυτό προς το οποίο προσεύχονται διαρκώς οι δόκιμοι μοναχοί και είναι και ο στόχος που προσπαθούν αδιάκοπα να επιτύχουν. Κατά συνέπεια, «Τι είναι ο Βούδας;» είναι μια ερώτηση που εμφανίζεται συχνά σε συζητήσεις. Σε αυτό το ερώτημα, οι δάσκαλοι, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, έδωσαν πολλές και διαφορετικές απαντήσεις ώστε να καθοδηγήσουν τους εκπαιδευόμενους μοναχούς.

Παρόλα αυτά , η απάντηση του Yunmen ήταν ακραία. «Κanshi ketsu» σημαίνει «ραβδί σκουπίσματος» και είναι κάτι εξαιρετικά βρώμικο. Στην πραγματικότητα, κάποιος μπορεί να θυμώσει και να πει, «Μα καλά, τι πιστεύει ότι είναι ο Βούδας;», αλλά αυτή θα είναι η επιφανειακή άποψη. Το πραγματικό νόημα αυτών των συζητήσεων είναι πολύ βαθύ, αν και οι φράσεις μοιάζουν με ανοησίες.

Τον ένατο αιώνα, κατά τη διάρκεια της δυναστείας των Tang, υπήρχε ένας εξαιρετικός δάσκαλος του Zen ονόματι Zhaozhou (Joshu , στα Ιαπωνικά). Μια μέρα ένας μοναχός ονόματι Yanyang (Gon’yo , στα Ιαπωνικά) τον ρώτησε: «Ήρθα χωρίς τίποτα. Τι κάνω σε μια τέτοια περίπτωση;»

Ο Zhaozhou απάντησε: «Πέτα το». Επιφανειακά, αυτό δεν ήταν απάντηση. Τότε ο Yanyang ξαναρώτησε: «Αφού σου είπα ότι ήρθα χωρίς τίποτα, τι περιμένεις να πετάξω;»

Ο Zhaozhou απάντησε αμέσως: «Τότε βιάσου και πάρτο μαζί σου». Αυτή ήταν μια ακόμη πιο περίεργη απάντηση από την προηγούμενη. Οι συζητήσεις στο Zen είναι πραγματικά περίεργες, τόσο που κάποιος μετέτρεψε μια σε κωμωδία:

Μια μέρα ένας προσκυνητής μοναχός έφτασε σε έναν ορεινό ναό και φώναξε: «Καλημέρα! Είναι εδώ ο αρχιερέας; Θέλω να συζητήσω μαζί του». Ένας δόκιμος μοναχός βγήκε από το ναό και φώναξε ακόμα πιο δυνατά: «Πρώτα ας συζητήσουμε οι δυο μας, και αν με νικήσεις, τότε θα καλέσω και τον υπεύθυνο».

«Γιατί δες έναν αυθάδη… εντάξει», και ο προσκυνητής μοναχός άπλωσε σιωπηλά το δεξί του χέρι και έκανε έναν κύκλο με τον αντίχειρα και τον δείκτη του.

Το αγόρι έκανε αμέσως έναν μεγαλύτερο κύκλο με τα χέρια του.

Ο προσκυνητής μοναχός σήκωσε το ένα δάχτυλο.

Το αγόρι απάντησε σηκώνοντας πέντε δάχτυλα.

Στη συνέχεια, ο προσκυνητής μοναχός σήκωσε τρία δάχτυλα και το αγόρι απάντησε κάνοντας μια γκριμάτσα. Ηττημένος, ο προσκυνητής έφυγε βιαστικά.

Ο αρχιερέας, που τους είχε παρακολουθήσει από μια χαραμάδα στην πόρτα, δεν ήξερε τι να πει. Είχε μείνει έκπληκτος γιατί ερμήνευσε τον διάλογο τους ως εξής. Ο κύκλος που έκανε ο προσκυνητής μοναχός σήμαινε «Τί είναι το μυαλό σου;»

Το αγόρι απάντησε κάνοντας έναν μεγάλο κύκλο που σήμαινε «Ο ωκεανός», μια εξαιρετική απάντηση. Το ένα δάχτυλο που σήκωσε ο προσκυνητής σήμαινε «Και το σώμα σου;» Για απάντηση, ο δόκιμος μοναχός είχε σηκώσει πέντε δάχτυλα, που σήμαιναν τις πέντε βουδιστικές αρχές – όχι φόνος, όχι κλοπή, όχι μοιχεία, όχι ψέματα και όχι ποτό. Αυτή ξανά ήταν η κατάλληλη απάντηση. Το ανασήκωμα των τριών δακτύλων του προσκυνητή αντιπροσώπευε τους τρεις κόσμους που συνθέτουν ολόκληρο το σύμπαν, και η γκριμάτσα του αγοριού σήμαινε «Το έχω εδώ, μπροστά στα μάτια μου».

Ο αρχιερέας που είχε ερμηνεύσει τη συζήτηση με αυτόν τον τρόπο σκέφτηκε: «Τι παράξενο. Πότε πρόλαβε το αγόρι να τα κατανοήσει όλα αυτά;» Τότε αφού τον φώναξε τον ρώτησε: «Θες να μου εξηγήσεις τι έκανες;»

«Ο προσκυνητής μοναχός πρέπει να άκουσε ότι ήμουν γιος ενός εμπόρου mochi (κέικ ρυζιού).

“Γιατί?”

«Επειδή έκανε έναν μικρό κύκλο για να πει ότι τα κέικ ρυζιού του πατέρα μου είναι μικρά. Γι’ αυτό έκανα έναν μεγαλύτερο κύκλο για να του δείξω ότι είναι μεγάλα. Μετά με ρώτησε πόσο κοστίζει το ένα και του είπα πέντε δεκάρες. Και ήθελε να κάνω έκπτωση στην τιμή σε τρεις δεκάρες, έτσι έκανα μια γκριμάτσα. Πρέπει να μην είχε χρήματα γιατί έφυγε τρέχοντας».

Ο αρχιερέας ξέσπασε σε γέλια. Ενώ οι κινήσεις ήταν ίδιες, η ερμηνεία αυτή ήταν τελείως διαφορετική από αυτήν που είχε σκεφτεί ο ίδιος.

Γυρνώντας τώρα πίσω στην αρχική ιστορία – ο Yanyang είπε, «Δεν έχω τίποτα». Με άλλα λόγια, «Έχω επιτύχει «satori» (φώτιση), και τώρα δεν υπάρχει ούτε εγώ, ούτε και μυαλό / σκέψη». Ωστόσο, από την πλευρά του Zhaozhou , ο Yanyang είχε πάρα πολλά. «Αν έχεις ένα πράγμα στο μυαλό σου, έχεις ένα βαρύ φορτίο στην πλάτη σου». Και ο Yanyang κουβαλούσε ένα βαρύ φορτίο που ονόμαζε «δεν έχω τίποτα».

Όταν κάποιος είναι πραγματικά υγιής ξεχνά την καλή του υγεία. Ένας πότης μπορεί να πει: «Έχω πιεί αρκετά, έχω πιεί αρκετά», αλλά για όσο κρατά το ποτήρι στο χέρι του δεν έχει πιεί αρκετά. Αν είχε όντως πιεί αρκετά, θα άφηνε το ποτήρι κάτω.

Γι’ αυτό ο Zhaozhou είπε: «Πέτα το» και παρότρυνε τον Yanyang να βιαστεί και να κάνει ένα ακόμη βήμα ακόμα ώστε να επιτύχει πραγματικά τη φώτιση, αλλά ο Yanyang δεν το κατάλαβε, και απάντησε: «Είπα ότι δεν έχω τίποτα, οπότε πώς μπορώ να πετάξω τίποτα;» Εδώ, επιτέλους, φάνηκε η περηφάνια του ότι δεν ‘έχει τίποτα’. Και αυτός είναι ο λόγος που ο Zhaozhou είπε: «Τότε, πάρτο μαζί σου».

BACK